Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

Σημερινή μας παρέμβαση, μαζί με τον Μόσχο Κορασίδη και τον Μαρίνο Σκανδάμη:

7 θέσεις για τα δημοκρατικά αυτονόητα 
που μας επιβάλλουν να μην πάμε σε αυτό το συλλαλητήριο


« 1.- Διότι τα αντίστοιχα συλλαλητήρια του 1992 για το Μακεδονικό δεν προσέφεραν τίποτα θετικό για την προώθηση των θέσεων της χώρας. Αντίθετα, το μόνο συγκεκριμένο τους αποτέλεσμα ήταν η πολιτική συγκρότηση της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα, με όλες τις μετέπειτα εκφράσεις της, από την εθνικολαϊκιστική έως τη ναζιστική.

2.- Διότι η οργάνωση του remake συλλαλητηρίου από φιγούρες αποστράτων, εθνικιστικών κύκλων του εξωτερικού και λοιπών ευαγών φορέων εξυπηρετεί την ανάγκη των οργανωτών για την ηγεμόνευση της ιδεολογικής θέσης τους σε μια πληγωμένη Ελλάδα και όχι μια επωφελή για τη χώρα επίλυση του ζητήματος.

3.- Διότι η λύση για το Μακεδονικό είναι ευκαιρία εδραίωσης ειρήνης και καλής συνεργασίας με τους γειτονικούς λαούς με κοινά αποδεκτές διεθνείς συμφωνίες και όχι ευκαιρία «κανονικοποίησης» της σχέσης Ακροδεξιάς – Εκκλησίας, όπου ακροδεξιοί και εθνικοσοσιαλιστές εναγκαλίζονται πολιτικά παθιασμένα και απενοχοποιημένα με ορισμένους μητροπολίτες.

4.- Διότι πιστεύουμε ότι όσοι πολιτικοί δηλώνουν κεντροαριστεροί πρέπει να ξεχωρίζουν το μαύρο από το προοδευτικό και το εθνικιστικό από το πατριωτικό.

5.- Διότι οι εθνικές θέσεις χαράσσονται με όρους ιστορικής ευθύνης από νόμιμα εκλεγμένες κυβερνήσεις και δημοκρατικά κοινοβούλια και όχι από τον εσμό των επιγόνων των πολιτικά σκοτεινότερων στιγμών του παρελθόντος.

6.- Διότι δεν μπορούμε να αποδεχτούμε τη θλιβερή κατάσταση, όπου η κυβέρνηση αδυνατεί να ομονοήσει και η αξιωματική αντιπολίτευση σύρεται από το λαϊκιστικό πεπρωμένο της, που την αναγκάζει να υποτάξει τις πολιτικές θέσεις της στην ευκαιρία της στιγμής. Το κενό αυτό που πολύ επιδέξια κρύβεται, δεν πρόκειται να το καλύψει το συλλαλητήριο.

7.- Διότι η πατριδοκαπηλία, που έχει επανειλημμένα διαρρήξει τη σχέση με τη λογική και μας έχει οδηγήσει σε ήττες, δεν έχει σχέση με το γνήσιο δημοκρατικό πατριωτισμό που προάγει τα εθνικά συμφέροντα.

Γιάννης Φ. Ιωαννίδης, τέως ΓΓ Υπουργείου Εσωτερικών, 
Μόσχος Κορασίδης, τέως ΓΓ Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, 
Μαρίνος Σκανδάμης, τέως ΓΓ Υπουργείου Δικαιοσύνης  »

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018

Την Τετάρτη, 31/1/2018 στις 17:00 συντονίζω τη συζήτηση στην εκδήλωση διάχυσης αποτελεσμάτων "Η προστασία των θυμάτων στην ελληνική έννομη τάξη: προκλήσεις & προοπτικές", που διοργανώνει το "Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου – Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου", στο πλαίσιο του έργου “Developing Directive – compatible practices for the identification, assessment and referral of victims” ("Αναγνώριση, εξατομικευμένη εκτίμηση αναγκών και παραπομπή θυμάτων με βάση την Οδηγία 2012/29/ΕΕ")  http://victimspractices.eu/   

Η εκδήλωση αποσκοπεί στην παρουσίαση των καλών πρακτικών από τις 7 χώρες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα, όπως καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, ενώ θα συζητηθούν και τα θέματα προστασίας των θυμάτων στην ελληνική έννομη τάξη, καθώς και οι προκλήσεις του νόμου 4478/2017.


Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Κείμενό μου στο ένθετο Ιδεογράμματα της Νέας Σελίδας , 6/1/2018


" Συμπέσαμε σχεδόν στην είσοδο, αλλά η Φιλιππινέζα (μάλλον) πελάτισσα προηγούνταν λίγο. Σταμάτησε όμως και περίμενε να μπω πρώτος στο ψιλικατζίδικο. Επέμεινα, με τα σχετικά νεύματα ευγενείας, να την αφήσω να περάσει πρώτη. Δεν μίλησα, θεωρώντας ασυνείδητα ότι η γλωσσική επικοινωνία θα ήταν πιο δύσκολη. Υπήρξε μια στιγμή αμηχανίας, τελικά πέρασε την πόρτα και στάθηκε παράμερα, περιμένοντας να παραγγείλω πρώτος. Επέμεινα εκ νέου να τηρηθεί η σειρά προτεραιότητας και τότε είπε «καλημέρα» στον Πακιστανό (μάλλον) ψιλικατζή. Αφού την καλημέρισε κι αυτός, τη ρώτησε «θέλεις γιαούρτι ή κρέμες;» – προφανώς, ήταν τακτική πελάτισσα. Έπειτα από μια σύντομη, χαμογελαστή και οικεία συνομιλία -στα ελληνικά- πλήρωσε και έφυγε, καταβάλλοντας ιδιαίτερη προσοχή να μην με σκουντήσει στον στενό διάδρομο ανάμεσα στον πάγκο και τα ράφια.

Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η «μικρή», «καθημερινή» σκηνή για τη σημερινή Ευρώπη; Που αντιμετωπίζει την «τεράστια πρόκληση» της μετανάστευσης και την «πίεση του Προσφυγικού»; Που θέλει να ελέγξει τις «ανεξέλεγκτες ροές»;

Στον δημόσιο λόγο αφθονούν οι μύθοι και τα κλισέ. Αρκεί όμως μια γρήγορη ματιά στην απώτερη και σύγχρονη ιστορία για να καταδειχτεί ότι ουδέποτε, στον μακρό χρόνο, υπήρξε περίοδος χωρίς σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμών στην Ευρώπη. Ο,τι σήμερα εμφανίζεται ως πρωτάκουστο, νέο, απειλητικό, έχει συμβεί και στο παρελθόν, σε διαφορετικό, βέβαια, ιστορικό πλαίσιο. Εκείνο που αλλάζει είναι οι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί όροι με τους οποίους συζητάμε τη μετανάστευση.

Μια κρίσιμη διαφορά είναι ότι η πολιτική αντιμετώπιση κάθε μείζονος κοινωνικού ζητήματος γίνεται πλέον, είτε αρέσει είτε όχι, σε ένα πλαίσιο προηγμένης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Που έχει προβλήματα, αντιφάσεις, καμιά φορά και πισωγυρίσματα, αλλά που είναι σε κάθε περίπτωση το καθοριστικό επίπεδο. Εξάλλου, αυτή η τάση συμβαδίζει διεθνώς με την ανάγκη συνεννόησης και συνεργασίας για τα ουσιώδη, με ορίζοντα που ξεπερνά τα σύνορα ακόμα και των πιο ισχυρών κρατών.

Κάθε συναπόφαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μια διαχείριση πολυπλοκότητας, δεδομένου ότι παίζουν ρόλο τα επιμέρους εθνικά, μικρά και μεγάλα συμφέροντα και οι γεωπολιτικές και άλλες διαφορές. Εκείνο, ωστόσο, που πρέπει να αποφύγουμε είναι η αναγωγή σε ευρωπαϊκή πολιτική μιας μίζερης, μέρα τη μέρα μικροδιευθέτησης των αντιθέσεων. Από την άλλη μεριά, το ευρωπαϊκό κεκτημένο για την προστασία των δικαιωμάτων όλων, άρα και των προσφύγων και των μεταναστών, επιβάλλει -ευτυχώς- ένα δεσμευτικό περίγραμμα σε κάθε πολιτική. Στον «νομικό μας πολιτισμό» δεν είναι απεριόριστη η διακριτική ευχέρεια στον τρόπο διαχείρισης της μετανάστευσης, για καμία κυβέρνηση και για κανένα ευρωπαϊκό όργανο.

Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα οφείλεται στην αμηχανία με την οποία η Ευρώπη γενικά και οι προοδευτικές δυνάμεις ειδικότερα (δεν) αντιμετωπίζουν τις τεράστιες ανισότητες, τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και εντός Ευρώπης και μέσα σε κάθε χώρα. Οταν ο κόσμος έχει γίνει μια γειτονιά, οι εξωφρενικές διαφορές βιοτικού επιπέδου δεν είναι δυνατόν να μην τροφοδοτούν μεταναστευτικές ροές. Επιπλέον, σε χώρες που δοκιμάζονται από τις επτά πληγές του Φαραώ δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική σταθερότητα, ούτε καν των αυταρχικών καθεστώτων, ούτε ειρήνη και καταλλαγή εμφύλιων συγκρούσεων. Συνεπώς, κανείς δεν πρέπει να εκπλήσσεται από αυτή την απολύτως αναμενόμενη, σχεδόν προγραμματισμένη «παραγωγή» προσφύγων.

Συνηθίζουμε, εξάλλου, να ονοματίζουμε τα πράγματα για να διαχωρίζουμε τους ανθρώπους. Αλλά στην πραγματική ζωή οι ροές είναι σχεδόν πάντα μεικτές, περιλαμβάνοντας και κατ’ ακριβολογία πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες και γενικότερα μια γκάμα ανθρώπων που, όσο κι αν διαφέρουν, συμπίπτουν και στο αίτημά τους και στην υποχρέωσή μας να τους μεταχειριστούμε ανθρώπινα. Οποιος νομίζει ότι αυτά τα φαινόμενα μπορούν να ρυθμιστούν με οδηγίες, νόμους και προεδρικά διατάγματα, απλώς εθελοτυφλεί, αν δεν δημαγωγεί συνειδητά.

Το «πρόβλημα» της μετανάστευσης είναι και θα παραμείνει άλυτο όσο παραμένουν οι αιτίες που τη δημιουργούν. Και δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια νέα πολιτική δυναμική με προοπτική να ανατρέψει θεαματικά τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς συσχετισμούς. Αντιθέτως, μάλιστα, η αντιμεταναστευτική ρητορεία χρησιμοποιείται ως το πλέον ισχυρό, βολικό και ενοποιητικό εργαλείο ιδεολογικής οπισθοδρόμησης και κοινωνικού συντηρητισμού από μια πλειάδα αντιδραστικών και ακροδεξιών πολιτικών, με ανησυχητική επιτυχία σε πολλές χώρες.

Απέναντι σε όλα τα παραπάνω, τι ρεαλιστικό προτείνουν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες ή, έστω, οι προοδευτικές ελίτ; Συχνά έναν αντιφατικό λόγο, που εξαντλείται σε συνθήματα όπως «ανοίγουμε τις καρδιές μας, αλλά κλείνουμε τα σύνορά μας». Με ανθρωπιστική βοήθεια και προγράμματα για μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική…

Από μια άλλη σκοπιά, πάντως, η θεώρηση του ζητήματος θα μπορούσε να αλλάξει, με άμεσες συνέπειες στο εδώ και τώρα. Μια πρώτη προϋπόθεση είναι να βρουν οι προοδευτικές δυνάμεις και γενικότερα οι δημοκρατικές ιδέες τη χαμένη τους αυτοπεποίθηση. Αυτό δεν είναι εύκολο και, πάντως, γίνεται μόνο στη βάση της ειλικρίνειας και της αλήθειας.

Δεν είναι όμως και ακατόρθωτο να πιστέψουμε, γιατί πράγματι έτσι είναι, ότι οι μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη είναι πολύ μικρές για να μην είναι διαχειρίσιμες από πλούσιες κατά τα λοιπά χώρες. Με ένα μίνιμουμ αλληλεγγύης και συνεννόησης φυσικά. Αλλωστε, τα ίδια τα ευρωπαϊκά όργανα είναι που, σε ένα ρεσιτάλ αντιφατικότητας, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη δημογραφική γήρανση και την ανάγκη για περισσότερους νέους εργαζόμενους. Με αυτές τις παραδοχές οφείλουμε να σχεδιάσουμε πολιτικές υποδοχής και ένταξης, αφού πρώτα αναρωτηθούμε για τους λόγους της αποτυχίας -εάν και όπου υπάρχει όντως τέτοια- των πολιτικών του παρελθόντος.

Προσοχή, ωστόσο, να μην αποδίδουμε στη μετανάστευση τις επιπτώσεις των γενικότερων πολιτικών που ακολουθούνται και μας αφορούν όλους. Οι οικονομικές ανισότητες ιδίως μπορεί να είναι εντονότερες και να έχουν σοβαρότερες κοινωνικές επιπτώσεις στους μετανάστες δεύτερης γενιάς, για παράδειγμα, αλλά δεν αφορούν μόνο σε αυτούς και δεν δικαιολογείται, στην Ευρώπη του 21ου αιώνα ειδικά, να καμωνόμαστε πως παραβατικότητα, αντικοινωνικές συμπεριφορές και κοινωνικός αποκλεισμός είναι γνωρίσματα μόνο των παιδιών ενός άλλου Θεού.

Κι από την άλλη απαιτείται ειλικρίνεια, θάρρος και αλήθεια στην ανάδειξη και των προβλημάτων. Η συμβίωση απαιτεί κανόνες, η ανεκτικότητα είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής. Μια νέα αυτοπεποίθηση των προοδευτικών ιδεών συνεπάγεται και τη διάθεση να βρει κανείς τρόπους διαλόγου με αλλότριες κουλτούρες, νοοτροπίες και αντιλήψεις. Τρόπους που θα προάγουν τον σεβασμό της αυτονομίας των προσώπων και όχι την απλή απόρριψη ούτε όμως την αδιάφορη ανοχή κάθε ταυτοτικής ιδιαιτερότητας και διεκδίκησης.

Ας ξανασκεφτούμε τη σκηνή στο ψιλικατζίδικο. Όπου συνδυάζονται, αυτοσχεδιάζοντας, η οικονομική ανάγκη και η συμβίωση στην Ελλάδα του 2018 με την πραότητα στους κοινωνικούς τρόπους. Και μια φυσική της κοινωνικής ανισότητας, μια βαθιά ενσωματωμένη αποδοχή της προτεραιότητας, δηλαδή της ιεραρχίας, που πρέπει να «παλεύεται» στις καθημερινές απλές στιγμές, σε κάθε σχέση. Στην Ευρώπη πρέπει να τα κάνουμε όλα αυτά πολιτική. "
Χθες στον "Αθήνα, 9.84" για την υπόθεση των 8 Τούρκων στρατιωτικών, 
στην εκπομπή "Όσα έφερε η μέρα" εκτάκτως με τον Κώστα Ράπτη : 

(βλ. link, 10/1/18 από 25:25 έως 32:40)



Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

 Σημερινό μου κείμενο στην Εφημερίδα "Τα Νέα"

«  ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΩΝ 8: ΧΑΝΟΝΤΑΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΤΩΠΑ  »


« Στις διεθνείς σχέσεις χρησιμοποιείται, για τις λύσεις των προβλημάτων με τις οποίες κερδίζουν και οι δύο πλευρές, ο όρος win-win (kazan-kazan στα τουρκικά).  Στην υπόθεση των 8 Τούρκων στρατιωτικών φαίνεται ότι αποφασίζονται από την Κυβέρνηση ενέργειες και γίνονται δηλώσεις με το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: δοκιμάζονται έτσι και η ομαλότητα στις διμερείς σχέσεις και η προστασία των δικαιωμάτων.

Διερωτάται κανείς ειλικρινώς: μετά τη σειρά των ατυχών τουλάχιστον χαρακτηρισμών τους ως μη ευπρόσδεκτων πραξικοπηματιών και την έως σήμερα απουσία διαψεύσεων των σχετικών δηλώσεων Ερντογάν και λοιπών Τούρκων αξιωματούχων περί υπόσχεσης παράδοσης των αιτούντων άσυλο, μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου που απέκλεισε την έκδοση λόγω της κατάστασης του Κράτους (μη) Δικαίου στην Τουρκία, μετά και την απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Ασύλου, σύμφωνα με την οποία δεν τεκμηριώνεται σοβαρή εγκληματική δράση ή συμμετοχή των 8 στην απόπειρα πραξικοπήματος, για ποιο λόγο ο, και υποψήφιος για επίτροπος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής προσφεύγει κατά της χορήγησης ασύλου σε έναν εξ αυτών;  Και για ποιο λόγο ζητά και αναστολή και προσωρινή διαταγή και μόλις την επιτυγχάνει ζητά να συλληφθεί, ενώ το δεκαοκτάμηνο που είναι το ανώτατο όριο της κράτησής του λήγει σε λίγες μέρες;  Και τι θα γίνει αύριο, είτε το Διοικητικό Εφετείο δεχτεί την προσφυγή είτε την απορρίψει;  Το σκέφτηκε απλώς ο Υπουργός Δικαιοσύνης ή όντως μεθοδεύεται η δίκη τους εδώ;

Θα μάθουμε κάποια στιγμή τις απαντήσεις. 

Ελπίζω μόνο να μην καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η αδιαφορία για τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορεί να συνδυάζεται με επιπολαιότητα στις διεθνείς σχέσεις. »



Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Σύντομο κείμενό μου στη σημερινή "Εφημερίδα των Συντακτών", όπου παρουσιάζεται κοινωνιολογική έρευνα του φίλου Αλέξανδρου Σακελλαριου για την αθεΐα στην Ελλάδα.

«  ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΑΣ "ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΕΤΑΙ" ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ »

« Σε έναν ωραίο στίχο του ο Σεφέρης αναρωτιέται: "τ’ είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ’ ανάμεσό τους;"*. Το ερώτημα του ποιητή απασχολεί σήμερα πολλές ευρωπαϊκές και αγγλοσαξονικές έννομες τάξεις στις, συχνά τεταμένες σχέσεις μεταξύ θρησκείας, κράτους και δικαιωμάτων. Τι είναι δικαίωμα και τι όχι, πχ για μια θρησκευτική μειονότητα, είτε διαθέτει κάποιο ειδικό καθεστώς, είτε όχι;  Μπορεί αυτό να συμπεριλαμβάνει την απαίτηση για εξαίρεση από υποχρεώσεις και την παροχή ειδικών υπηρεσιών, γενικά μια εξειδικευμένη μεταχείριση; 

Η απάντηση σε αυτά τα σύγχρονα ερωτήματα δεν είναι εύκολη και απλή, δεδομένου ότι σε καμία κοινωνία δεν είναι λυμένα εξ αρχής και με ιδανικό τρόπο τα ζητήματα της προσωπικής αυτονομίας και της κοινωνικής ένταξης και συμμετοχής.  Από την άλλη, τα τελευταία χρόνια αυξάνονται οι φιλοσοφικές και πολιτικές δημοσιεύσεις περί "αθεΐας" και αναδεικνύονται τα σχετικά ζητήματα στη δημόσια σφαίρα.  Είναι λοιπόν ενδιαφέρον ότι η θρησκεία ως ζήτημα επανακάμπτει στη μετανεωτερική Δύση.

Στην Ελλάδα ωστόσο, ο δημόσιος διάλογος σε αυτά τα θέματα έχει ακόμα να λύσει λογαριασμούς των προηγούμενων αιώνων. Σε μια χώρα με επικρατούσα θρησκεία και "κρατική" εκκλησία που επίμονα απαιτεί να είναι πανταχού παρούσα, τα βασικά ζητούμενα είναι δύο: 
1) Πώς θα εξαλειφθούν οι τελευταίες εστίες παραβίασης της θρησκευτικής ελευθερίας, που, ως γνωστόν, έχει και αρνητικό περιεχόμενο. Κανείς δεν θα έπρεπε να αποκαλύπτει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, σε οποιαδήποτε υπηρεσία. Η δε εξαίρεση από το μάθημα των θρησκευτικών είναι δικαίωμα των παιδιών και των γονιών τους, ότι και αν πιστεύουν ή δεν πιστεύουν. 
2) "Εν Εκκλησίαις ευλογείτε τον Θεόν". Στις δημόσιες υπηρεσίες και τα δικαστήρια καλό είναι να συγκεντρωνόμαστε στη δουλειά μας. Αν μη τι άλλο γιατί, αν και το κράτος μας "εκκλησιάζεται" υπερβολικά, τα αποτελέσματα όσον αφορά την ηθική του παραμένουν πενιχρά.  »

*Ελένη, Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’.