Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Δ.Τ. της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

«  Υπάρχει πρόβλημα: η στοχοποίηση δικαστικών λειτουργών, η παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά και οι δομικές καθυστερήσεις, υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη


Η Δικαιοσύνη δεν είναι υπεράνω κριτικής.  Τα μέσα ενημέρωσης, η επιστήμη, κοινωνικοί φορείς και όλοι οι πολίτες έχουν εύλογο ενδιαφέρον για τη λειτουργία της και δικαίωμα να κάνουν κριτική σε δικαστικές αποφάσεις, επί τη βάσει αρχών.  Ακόμα και πολιτικά πρόσωπα μπορούν μέσα σε κάποια όρια, με τον αναγκαίο σεβασμό και την αυτοσυγκράτηση που επιβάλλεται από το Σύνταγμα και το θεσμικό τους ρόλο, να προβαίνουν σε κρίσεις σε υποθέσεις δημοσίου ενδιαφέροντος.

Αυτό που δεν είναι ανεκτό σε ένα Κράτος Δικαίου είναι να στοχοποιούνται αμέσως ή εμμέσως από φορείς της Εκτελεστικής Εξουσίας και μάλιστα από μέλη της Κυβέρνησης δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί για τους χειρισμούς τους σε συγκεκριμένες υποθέσεις.  Αυτό που είναι ακόμα πιο ανεπίτρεπτο σε μια Δημοκρατία είναι να ζητείται από Υπουργούς η δίωξη και η "προφυλάκιση" συγκεκριμένων προσώπων, η κατάσχεση περιουσιακών τους στοιχείων ή να προεξοφλείται η ενοχή τους, παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο και το τεκμήριο αθωότητας και τη διάκριση των εξουσιών. Αυτά δεν είναι ζητήματα ύφους, αλλά Κράτους Δικαίου.

Από την άλλη μεριά είναι προφανές ότι στην Ελλάδα υπάρχει σοβαρό, δομικό πλέον πρόβλημα, με την καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης, το οποίο έχει δημιουργήσει ένα βαθύ ρήγμα στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτήν.  Οι δραματικές καθυστερήσεις στη λειτουργία της δικαιοσύνης δεν επηρεάζουν μόνο την καθημερινή ζωή των πολιτών ή την οικονομική δραστηριότητα της χώρας.  Στις μεγάλες υποθέσεις δημοσίου ενδιαφέροντος, ιδίως διασπάθισης δημοσίου χρήματος, οι καθυστερήσεις αυτές δημιουργούν μια βαριά σκιά ως προς την πραγματική βούληση εκκαθάρισης αυτών των υποθέσεων.

Τα προβλήματα αυτά δεν λύνονται με δελτία τύπου από την πλευρά των δικαστικών ενώσεων, ούτε με «tweets» και «posts» από την πλευρά των Υπουργών. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα πρέπει να δει, σε συνεργασία με τους δικαστές και τους εισαγγελείς, με ποιόν τρόπο και με ποια μέσα (εξειδικευμένο προσωπικό, γραμματειακή υποστήριξη κτλ) θα συνδράμει τη δικαιοσύνη, ιδίως όσους δικαστές και εισαγγελείς ασχολούνται με μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς, δηλαδή ογκώδεις και τεχνικά περίπλοκες δικογραφίες, ώστε αυτές οι υποθέσεις να προχωράνε μέσα σε ένα εύλογο χρόνο. 

Η καταπολέμηση της διαφθοράς γίνεται με τη διαφάνεια στη λειτουργία της Διοίκησης και την εφαρμογή του νόμου, όχι με την αναγωγή της σε προεκλογικό σύνθημα. »