Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Παρέμβαση Γιάννη Φ. Ιωαννίδη:  
“Γιατί η ΠΝΠ της κυβέρνησης είναι αντισυνταγματική, άδικη αλλά και αναποτελεσματική.”


“ Η δεύτερη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της Κυβέρνησης (ΠΝΠ), με την οποία οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης υποχρεούνται να καταθέτουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα και να μεταφέρουν τα κεφάλαια προθεσμιακών τους καταθέσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος, είναι αντισυνταγματική, άδικη και, πιθανότατα, αναποτελεσματική.
Αφήνοντας κατά μέρος το ζήτημα της αξιοπιστίας, με την πλήρη αναίρεση όλων των πρόσφατων δηλώσεων κυβερνητικών στελεχών, που διέψευδαν κατηγορηματικά όλα τα σχετικά δημοσιεύματα, ας δούμε κατ’ αρχάς ποιο είναι το πρακτικό αποτέλεσμα της ΠΝΠ. Αφενός μεν η υλοποίηση της μεταφοράς διαθεσίμων και καταθέσεων είναι ιδιαιτέρως αμφίβολη λόγω ενός συνδυασμού προβληματικών ρυθμίσεων. H γραμματική διατύπωση της διάταξης αφήνει πολλά κενά και προϋποθέτει για την εφαρμογή της αυτοδιοικητικές ενέργειες, όπως ο υπολογισμός των ταμειακών αναγκών του Δήμου ή της Περιφέρειας για το επόμενο δεκαπενθήμερο, που εξαιρούνται της μεταφοράς και η λήψη σχετικής απόφασης για την κατάθεση στην ΤτΕ, ενώ δεν θέτει και καμία αποκλειστική προθεσμία ενέργειας ούτε όμως και το χρονικό όριο επιστροφής των ποσών. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ευλόγως, οργανώνει ήδη την αντίδρασή της.
Το μείζον όμως ζήτημα γεννάται από την αντισυνταγματικότητα του περιεχομένου της ΠΝΠ.  Η υποχρεωτική μεταφορά των διαθεσίμων της Αυτοδιοίκησης προσκρούει σαφώς στο άρθρο 102 του Συντάγματος που θεμελιώνει τη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης. Αυτό ισχύει ως ένα βαθμό ακόμα και για την κρατική επιχορήγηση των ΟΤΑ, επί της οποίας η Κυβέρνηση δεν έχει απόλυτη διακριτική ευχέρεια.
Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο για τα ποσά που δεν προέρχονται από τις κρατικές επιχορηγήσεις, αλλά από ίδιους πόρους των ΟΤΑ.  Είναι γνωστό τοις πάσι  ότι τα ίδια έσοδα των Δήμων περιλαμβάνουν, παραδείγματος χάριν, τα έσοδα από ανταποδοτικά τέλη και δικαιώματα (τέλη ύδρευσης, άρδευσης, καθαριότητας, φωτισμού, κοιμητηρίων), που κατά πάγια νομολογία καλύπτουν αποκλειστικά και μόνο τις δαπάνες των αντίστοιχων υπηρεσιών και δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν άλλες δαπάνες.  Εμπεριέχουν επίσης χρήματα από πρόστιμα και διοικητικές κυρώσεις, ποσά από έκτακτα έσοδα, συνήθως δεσμευμένα για συγκεκριμένους σκοπούς ή δυνάμενα να δαπανηθούν υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως δωρεές, κληρονομιές, κληροδοτήματα, δάνεια ληφθέντα για συγκεκριμένο σκοπό, κέρδη νομικών προσώπων της Αυτοδιοίκησης, ενταγμένων στη Γενική Κυβέρνηση, που λειτουργούν με κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας κοκ..
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου συμπεριλαμβάνει την υποχρεωτική μεταφορά ακόμα και εκείνων των ποσών που χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία των κοινωνικών δομών της Αυτοδιοίκησης, τη στιγμή που οι ανάγκες κοινωνικής πρόνοιας διογκώνονται διαρκώς και με απρόβλεπτο ρυθμό καθημερινά.  Με τη γενική της διατύπωση έρχεται να ακυρώσει πρακτικά κάθε δυνατότητα προγραμματισμού για τη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων.  Όσο για τους πόρους ευρωπαικών προγραμμάτων, η υποχρεωτική μεταφορά τους αντιβαίνει στην κοινοτική νομοθεσία και δύναται να επιφέρει πολλαπλασίως δυσμενέστερες δημοσιονομικές επιπτώσεις, εκθέτοντας τη Χώρα μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενώ βάζει φρένο σε όποιο εναπομείναν ψήγμα τοπικής ανάπτυξης και απασχόλησης. Φαίνεται πάντως ότι ήδη στην πράξη έχει παγώσει η αποπληρωμή των έργων ΕΣΠΑ με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα χιλιάδες έργα ανά τη Χώρα και την εικόνα που παρουσιάζουν οι πόλεις μας λίγες μέρες πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου. Ίσως μάλιστα, η κάλυψη αυτής της πρακτικής να εξηγεί την αναδρομική ισχύ της ΠΝΠ.
Υπάρχει όμως και η πολιτική πτυχή του ζητήματος.  Οι αιρετοί της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν κλήθηκαν να συμβάλουν στη δημοσιονομική σωτηρία της πατρίδας, στην ιστορικά κρίσιμη χρονική συγκυρία που έχουμε περιέλθει.  Δεν προηγήθηκε ένας ειλικρινής διάλογος παραδοχής της ανάγκης εξεύρεσης συγκεκριμένου ποσού, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ούτε οι Δήμαρχοι και οι Περιφερειάρχες δέχτηκαν κάποια συγκεκριμένη πρόταση που αρνήθηκαν. Αν αυτό είχε συμβεί, το πολιτικό δυναμικό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα είχε πιθανότατα ανταποκριθεί, προτείνοντας συγκεκριμένες και άμεσα υλοποιήσιμες λύσεις. Αντιθέτως, με Π.Ν.Π. προτιμήθηκε αυθαιρέτως η κατάλυση κάθε έννοιας διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, με μια ισοπεδωτική διάταξη που κινδυνεύει να απορρυθμίσει ανεξέλεγκτα κάθε δράση των τοπικών κοινωνιών.
Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται και η αδικία της ρύθμισης : διότι με την οριζόντια και χωρίς διάλογο νομοθέτηση, εξ ανάγκης, δεν γίνεται καμία διάκριση μεταξύ δήμων που έχουν διαθέσιμα επειδή είχαν συνετή διαχείριση έως τώρα και εκείνων που είναι ελλειμματικοί λόγω σπατάλης, ούτε βέβαια μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο στάσης πληρωμών σε τοπικό επίπεδο με δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία αλλά και στην απασχόληση.
Αυτό το πολιτικό πλήγμα στη σχέση Κεντρικού Κράτους – Αυτοδιοίκησης δύσκολα θα αποκατασταθεί. Πόσο μάλλον στις σχέσεις με τους πολίτες και στην ασφάλεια δικαίου που μπορούν να αισθάνονται στο εξής.  Εάν αυτή η ΠΝΠ, με τη συγκεκριμένη υποχρεωτική μεταφορά κεφαλαίων, καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Χώρας για αυτό το δεκαπενθήμερο, ποιος μπορεί να αισθάνεται ασφαλής για το περιεχόμενο της ΠΝΠ του επόμενου δεκαπενθημέρου; ”


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου